Working: Το ντοκιμαντέρ του Μπάρακ Ομπάμα για την πεμπτουσία της δουλειάς
Θα μπορούσε να είναι μια ιδέα για ένα καινούργιο πολιτικό κόμμα, για το εξατομικευμένο κόμμα του μέλλοντος, σχεδόν στο πλευρό του κάθε πολίτη. Με πολιτικούς που μπαίνουν στη ζωή των καθημερινών ανθρώπων, ψωνίζουν στο σούπερ μάρκετ μαζί τους και ακούν τα προβλήματά τους. Που συναντούν απλούς συμπολίτες τους, τους οποίους δεν θα συναντούσαν ποτέ, και μπαίνουν στο σπίτι και στα «παπούτσια» τους. Που ζητούν να μάθουν τους φόβους τους, τα όνειρά τους, σε τι ελπίζουν, το παρόν τους, πώς φαντάζονται το μέλλον τους, ποιες είναι οι φιλοδοξίες τους. Δεν είναι τόσο δύσκολο όσο φαντάζει. Μας έδειξε πώς γίνεται ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα.
Ο πρόεδρος είναι σταρ, άνετος, ζεστός και φιλόξενος ως οικοδεσπότης της μίνι τηλεοπτικής σειράς με τίτλο «Working: What We Do All Day» (Δουλειά: τι κάνουμε όλη μέρα). Με συμπαραγωγό τη σύζυγό του Μισέλ, ο Ομπάμα είναι και αφηγητής και παρουσιαστής στην εκπομπή που προβάλλεται από το Netflix. Το ντοκιμαντέρ δείχνει πώς είναι οι απλοί άνθρωποι όταν δουλεύουν, ποια είναι η σημασία της δουλειάς για αυτούς και πώς επηρεάζει τη ζωή τους.
Η σειρά ανοίγει με τον Ομπάμα να ξεναγεί τους θεατές στο γραφείο του. Με ένα «What’s up» μας συστήνει τον νεαρής ηλικίας βοηθό του. «Το ενδιαφέρον είναι» μας λέει, «πως όταν ήμουν πρόεδρος ήταν ότι είχα παραχωρήσει τη ζωή μου σε εικοσάχρονους βοηθούς. Άλλωστε αυτή είναι η ηλικία που παίζει τις νέες τεχνολογίες στα δάχτυλα».
Στον διάδρομο ενός σούπερ μάρκετ, ο πρόεδρος ψωνίζει με τη Ράντι η οποία εργάζεται σε οίκο φροντίδας ενηλίκων με αναπηρία. Η νεαρή γυναίκα μεγαλώνει μόνη την κόρη της και τα βγάζει δύσκολα πέρα. Του δείχνει το κουτί με τα κορν φλέικς. «Κοστίζουν έξι ευρώ» του λέει, «είναι ακριβά». Δέκα ευρώ είναι το ωρομίσθιό της, και τα δημητριακά μαζί με μερικά μπισκότα είναι μια ώρα από τον μισθό της, που φτάνει τα 1400 δολάρια τον μήνα. Σε άλλο επεισόδιο ο Ομπάμα γίνεται διανομέας φαγητού σε ένα γραφείο όπου καθημερινά «χτυπούν κάρτα» εργαζόμενες σε διοικητικές θέσεις. Επισκέπτεται και συζητά με πολλούς ανθρώπους. Κι αυτό που αναβλύζει είναι το επικοινωνιακό χάρισμα του παρουσιαστή προέδρου.
Τον Ομπάμα ενέπνευσε ένα βιβλίο με τίτλο «Working» και συγγραφέα τον δημοσιογράφο Σταντς Τέρκελ, το οποίο βρήκε στα ράφια της βιβλιοθήκης του πανεπιστημίου όταν ήταν φοιτητής. Η ανακάλυψη του βιβλίου συνέπεσε με τα ερωτήματα για το δικό του μέλλον, ψαχνόταν για το επάγγελμα που θα ακολουθούσε. Ο βραβευμένος με Πούλιτζερ Τέρκελ έκανε μια ιστορική καταγραφή για το πώς ήταν να δουλεύουν άνθρωποι από κάθε κοινωνικό υπόβαθρο. Ήταν η πρώτη φορά που κάποιος έκανε τον κόπο να ρωτήσει απευθείας απλούς ανθρώπους –για την ακρίβεια εκατό τον αριθμό– πώς ήταν η δουλειά για αυτούς και πώς η απασχόληση επηρέαζε τη ζωή τους. Και ο παραγωγός Ομπάμα πήρε την ιδέα του «Working» και την επικαιροποίησε μιλώντας με ανθρώπους από διαφορετικούς τομείς. Την κατ’ οίκον φροντίδα, την τεχνολογία, τη φιλοξενία (hospitality), την παροχή υπηρεσιών.
Σε σκηνοθεσία Caroline Suh, το «Working» ξεκινά από την εργασία παροχής υπηρεσιών, ανεβαίνοντας κάθε φορά κι άλλο σκαλοπάτι της ταξικής κλίμακας, προχωρώντας προς τα πάνω μέσω των μεσαίων στελεχών, των «εργατών γνώσης», και, τέλος, των στελεχών στην κορυφή. Το «Working» απεικονίζει αυτές τις ιεραρχίες όχι μόνο σε ολόκληρη την οικονομία, αλλά και σε συγκεκριμένους χώρους εργασίας. Ένα πρακτορείο οικιακών βοηθών υγείας (κατ’ οίκον φροντίδα ηλικιωμένων) στο νότιο Μισισιπή, το πολυτελές ξενοδοχείο Pierre στη Νέα Υόρκη και την τεχνολογική startup Aurora που εργάζεται για την αυτοματοποίηση των φορτηγών, με παραρτήματα στο Πίτσμπουργκ και τη Σίλικον Βάλεϊ. Στο ξενοδοχείο, ξεκινάμε με μια οροφοοικονόμο που καθαρίζει αρκετές δεκάδες δωμάτια την ημέρα και καταλήγουμε στα πολύ ψηλά. Τα πολύ ψηλά είναι ο CEO του Ινδικού κολοσσού ΤΑΤΑ, στον οποίο ανήκει το ιστορικό ξενοδοχείο Pierre.
«Πάντα υπάρχει κάποιος στην κορυφή και κάποιος στα χαμηλά, αυτό ισχύει ιδιαίτερα στον καπιταλισμό – ας μην προσποιούμαστε ότι δεν υπάρχει», λέει ο Ομπάμα τονίζοντας πως το 60% των εργαζόμενων στις ΗΠΑ απασχολείται σε δουλειές χαμηλής εξειδίκευσης. «Ως κοινωνία, μέσω των πολιτικών που θα εφαρμοστούν, εμείς αποφασίζουμε πώς θα είναι η ζωή για τους εργαζόμενους, μπορούμε να κάνουμε τις δουλειές τους καλύτερες ή χειρότερες. Να τους δώσουμε περισσότερη αξιοπρέπεια ή λιγότερη, αυτές είναι επιλογές».
Η αφήγηση του Ομπάμα ξεκινά από τη δεκαετία του ’70, που σηματοδότησε μια νέα εποχή αυτοματισμού, διεθνούς ανταγωνισμού και παγκοσμιοποιημένης βιομηχανικής παραγωγής. Αυτές οι τεράστιες δυνάμεις επηρέασαν τις ζωές όλων, μια νέα εταιρική κουλτούρα και μια νέα εμμονή στο κέρδος εδραιωνόταν. Το κεφάλαιο κέρδος «ντύνεται» με πλάνα του Ρέιγκαν και του Μίλτον Φρίντμαν. Πενήντα χρόνια μετά είμαστε σε μια άλλη φάση εκρηκτικών αλλαγών.
«Τεχνητή Νοημοσύνη, εργασία εξ αποστάσεως, ραγδαία αυξανόμενη ανισότητα, είναι δύσκολο να κατανοήσουμε πού βρισκόμαστε και προς τα πού πάμε» λέει ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ.
Οι εποχές έχουν αλλάξει. «Είναι ξεπερασμένο αυτό στο οποίο συμφωνούσαν η μητέρα μου και η πεθερά μου: δεν πάω να δουλέψω για να νιώσω καλά ή να βρω κάποιο νόημα, πάω για να βγάλω το ψωμί μου. Αυτό είναι απόλυτα παρωχημένο» τονίζει ο Ομπάμα στην αφήγησή του.
Ποια είναι όμως μια καλή δουλειά; «Μια καλή δουλειά είναι αυτή στην οποία αισθάνεστε ότι σας βλέπουν και σας εκτιμούν και ίσως έχετε την ευκαιρία να αναπτυχθείτε. Όταν φροντίζουμε να νιώθει ο καθένας ότι η δουλειά του είναι σεβαστή... ενισχύουμε την εμπιστοσύνη μεταξύ μας, που κάνει τα πάντα στη ζωή μας δυνατά».
Στο σούπερ μάρκετ όπου ψωνίζει και συζητά με τη Ράντι, εκείνη τον ρωτά πώς είναι η ζωή του τώρα που δεν είναι πρόεδρος, πώς νιώθει. «Στην πραγματικότητα αισθάνομαι πολύ καλά. Πέτυχα τους περισσότερους από τους στόχους που είχα θέσει. Αλλά έχει να κάνει με κάτι περισσότερο από εμένα. Ανησυχώ για την επόμενη γενιά».