Ρομά: Έλληνες πολίτες στη σκιά του κράτους
«Είχαμε μείνει από βενζίνη και είχαμε βγει από το αμάξι στην άκρη του δρόμου περιμένοντας να μας φέρουν ένα μπιτόνι, όταν ξαφνικά εμφανίστηκε ένας τύπος και μας σημάδευε με καραμπίνα, εγώ τον παρακαλούσα να μην πυροβολήσει, ενώ ο γιος του τον παρότρυνε για το αντίθετο· εκείνος μας έριξε, σωθήκαμε όμως γιατί το όπλο του έφυγε προς τα κάτω. Η αστυνομία μας είπε να μην κάνουμε μήνυση και μπλέξουμε».
«Είχαμε πρόβλημα με τη δήλωση των self tests των μαθητών, δεν ξέραμε από πού να τα προμηθευτούμε, πώς να τα κάνουμε και κυρίως πώς να τα ανεβάσουμε στην πλατφόρμα, καθώς δεν έχουμε Ιντερνετ· πήγαμε μαζί με τη δασκάλα σε μια δομή για να εξεταστούν τα παιδιά και να περάσουν αυτόματα τα αποτελέσματα, αλλά οι επικεφαλής της δομής μας έδιωξαν, είπαν οι υπηρεσίες δεν είναι για εμάς και τα παιδιά δεν μπόρεσαν να πάνε στο σχολείο».
Αυτές είναι δύο μόνο από τις 700 αναφορές τις οποίες έχει συλλέξει το Παρατηρητήριο Ρομ, ένα πιλοτικό πρόγραμμα που ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2021 σε τέσσερις περιφέρειες της Ελλάδας και συντονίζει η ΜΚΟ Equal Society. «Διαπιστώσαμε ότι δεν υπήρχαν σχεδόν καθόλου καταγεγραμμένες καταγγελίες από πολίτες Ρομά σε θεσμικά όργανα, όπως ο Συνήγορος του Πολίτη», εξηγεί στην «Κ» ο Δημήτρης Ντόντης, επιστημονικά υπεύθυνος του προγράμματος. «Ταξιδέψαμε εμείς συστηματικά στους καταυλισμούς και τις γειτονιές, προσεγγίσαμε τις οικογένειες και τις ενθαρρύναμε να μιλήσουν», προσθέτει ο ίδιος. Το έργο υλοποιείται από κοινού με το συλλογικό όργανο των Ρομά, ΕΛΛΑΝ ΠΑΣΣΕ και την Ενωση Διαμεσολαβητών Ρομά, ενώ χρηματοδοτείται από το Active Citizen Fund. Οι υποθέσεις που καταγράφονται είναι ενδεικτικές του ρατσισμού που βιώνουν οι Τσιγγάνοι.
Ελληνες πολίτες από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, οι Ρομά ζουν διασκορπισμένοι σε πάνω από 90 σημεία σε όλη την Ελλάδα. Οι κοινωνίες τους είναι πολλών και διαφορετικών ταχυτήτων. Αλλοι ζουν εντός του αστικού ιστού σε διαμερίσματα και άλλοι σε καταυλισμούς και παραπήγματα. Αρρηκτα συνδεδεμένη με τις συνθήκες διαβίωσης είναι και η εξέλιξή τους. «Στις Σέρρες, στα Γυφτοχώρια, όπως αποκαλούνται τα χωριά όπου ζουν Ρομά αγρότες και κτηνοτρόφοι πλάι σε Μπαλαμέ, έχουν μεγαλώσει άνθρωποι που σήμερα είναι εισαγγελείς, συνταγματάρχες, εκπαιδευτικοί, έμποροι», αναφέρει ο Κώστας Παϊτέρης, πρόεδρος της Ενωσης Ελλήνων Ρομά Διαμεσολαβητών και Συνεργατών. «Οσοι πετυχαίνουν επαγγελματικά διανύουν έναν μοναχικό δρόμο, συχνά αναγκάζονται να αποκρύπτουν την καταγωγή τους».
Τα προγράμματα που εξαγγέλλονται και πραγματοποιούνται δεν έχουν συνέχεια και συχνά δεν είναι ρεαλιστικά, δεδομένου ότι στον σχεδιασμό δεν συμπεριλαμβάνουν εκπροσώπους τους. «Ανακοινώνουν ένα επιδοτούμενο σεμινάριο επιμόρφωσης για βοηθούς λογιστών σε μια περιφέρεια, χωρίς να υπολογίζουν ότι οι υποψήφιοι εκεί δεν διαθέτουν το απαιτούμενο επίπεδο γνώσεων», αναφέρει ενδεικτικά ο κ. Παϊτέρης. Σε κοινωνικές υπηρεσίες που απευθύνονται σε Ρομά δεν υπάρχει προσωπικό που να μιλάει τη γλώσσα τους ή να γνωρίζει την κοινότητά τους. Τα προγράμματα ενισχυτικής διδασκαλίας παιδιών στηρίζονται συνήθως σε χρηματοδοτήσεις μέσω ΕΣΠΑ ή σε ιδιωτικές πρωτοβουλίες, με αποτέλεσμα συχνά πυκνά να διακόπτονται για μεγάλα διαστήματα. «Εμείς όμως δεν έχουμε περιθώριο να χαθεί ούτε μια μέρα», τονίζει.
Διαρροή μαθητών
Σε πείσμα ωστόσο των δυσκολιών, που διογκώθηκαν στη διάρκεια της δεκαετούς κρίσης και της πανδημίας, η συμμετοχή των Ρομά στο σχολείο βαίνει αυξανόμενη. «Οταν ξεκινήσαμε προγράμματα υποστήριξης το 1997, η διαρροή των μαθητών έφθανε το 90% μέχρι το λύκειο. Και τώρα είναι πολύ μεγάλη, αλλά όπου αναπτύσσονται συστηματικά δράσεις η διαρροή μειώνεται κατά 50%», μας λέει ο Χρήστος Παρθένης, αναπληρωτής καθηγητής στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στο ΕΚΠΑ και επικεφαλής του προγράμματος Υποστηρικτικές παρεμβάσεις σε κοινότητες Ρομά για την ενίσχυση της πρόσβασης και μείωση της εγκατάλειψης της εκπαίδευσης από παιδιά και εφήβους. «Υπήρχαν καταυλισμοί που όταν πρωτοπήγαμε μας έδιωξαν», θυμάται. «Με συστηματική προσπάθεια, με τη βοήθεια των διαμεσολαβητών καταφέραμε να κερδίσουμε πολλά παιδιά στο σχολείο».
Ο «τενεκές μαχαλάς» είναι πια… «Κολωνάκι»
Με το που ανακοινώνονται οι βάσεις εισαγωγής στα πανεπιστήμια τουλάχιστον δέκα οικογένειες Ρομά θα καλέσουν τον κ. Κώστα Παϊτέρη, διαπιστευμένο διαμεσολαβητή και γέννημα θρέμμα της Αγίας Βαρβάρας, στο τηλέφωνο· τα παιδιά τους έχουν πετύχει σε σχολή εκτός Αθηνών. Η χαρά τους είναι μεγάλη, αλλά η αγωνία για την εξεύρεση σπιτιού είναι μεγαλύτερη, όχι επειδή τα ενοίκια έχουν ανεβεί αλλά επειδή οι ιδιοκτήτες, ως επί το πλείστον, δεν θέλουν να νοικιάσουν τα σπίτια τους σε Ρομά. «Για να τους αποθαρρύνουν μπορεί να ζητήσουν ακόμα και τα διπλάσια» σημειώνει ο κ. Παϊτέρης, «εξ ου και αναζητούν κάποιον φίλο φίλου που δεν είναι δέσμιος στερεοτύπων σε βάρος μας».
Η κοινότητα των Τσιγγάνων στην Αγία Βαρβάρα, που έλκει την καταγωγή της από τη Μικρά Ασία, φαίνεται να έχει κατακτήσει το υψηλότερο βιοτικό επίπεδο για τα ελλαδικά δεδομένα. Εξ ου και χαριτολογώντας πολλοί την αποκαλούν «Κολωνάκι». Οι οικογένειες Ρομά ζουν σε σπίτια εντός της πόλης και δη στο κέντρο της Αγίας Βαρβάρας, ασχολούνται ενεργά με το εμπόριο. Διαθέτουν δικά τους καταστήματα με είδη ένδυσης, υπόδησης και αξεσουάρ που φέρνουν από την Τουρκία, προσελκύοντας πελατεία από όλο το λεκανοπέδιο. Πάνε διακοπές στην Πάρο και τη Σαντορίνη, ταξίδια στη Eurodisney. Μπορεί να μην έχουν εγκύκλια μόρφωση, διαθέτουν, όμως, κοινωνικό πολιτισμό. Και αν όχι όλοι, ένα μεγάλο ποσοστό.
Ο περίφημος «τενεκές μαχαλάς», στον οποίο κάποτε κατοικούσαν σε τσίγκινα σπίτια, μετά το ’60 διαλύθηκε και από τη δεκαετία του ’70 και μετά η κοινότητα συνεχώς εξελίσσεται. Ηδη από την εποχή εκείνη υπήρχε Τσιγγάνος εκπρόσωπος στο δημοτικό συμβούλιο· σήμερα, ένας εκ των αντιδημάρχων είναι Τσιγγάνος γιατρός, ενώ άλλοι δύο Ρομά είναι δημοτικοί σύμβουλοι της αντιπολίτευσης. Ως εκ τούτου, διαχρονικά η εκάστοτε δημοτική αρχή δεν ήταν αδιάφορη σε όσα ζούσαν οι Ρομά.
«Ο δήμος εδώ είχε ανέκαθεν έγνοια για τα σχολεία, είναι ένας από τους λίγους που δίνει το σύνολο του προϋπολογισμού που τους αφορά από την κεντρική διοίκηση» επισημαίνει στην «Κ» ο κ. Ευθύμης Χατζηευσταθίου, διευθυντής στο 2ο Δημοτικό Σχολείο Αγίας Βαρβάρας. «Εμείς εδώ έχουμε πάντοτε θέρμανση και καθόλου χρέη σε ΔΕΚΟ». Το σχολείο ιδρύθηκε το 1956 και μεταφέρθηκε σε νέο κτίριο το 1995. «Προσωπικά διορίστηκα εδώ το 1996, την ίδια χρόνια ήρθαμε συνολικά 9-10 εκπαιδευτικοί, εκ των οποίων οι 8 είμαστε ακόμα εδώ, αν και δεν μένω στην Αγία Βαρβάρα» διευκρινίζει ο ίδιος, που ανέλαβε τα ηνία το 2015. «Ο τότε διευθυντής μας έκανε να αγαπήσουμε την περιοχή». Το σχολείο τότε αριθμούσε 320 μαθητές, εκ των οποίων το 60% ήταν μη Ρομά και το 40% Ρομά. «Ηδη από το 1996 δεν υπήρχε κανένα παιδί Ρομά ανεμβολίαστο στην α’ δημοτικού».
Σήμερα, στο σχολείο φοιτούν 141 παιδιά, εκ των οποίων οι 85 προέρχονται από οικογένειες Ρομά και οι 14 είναι παιδιά οικονομικών μεταναστών πρώτης ή δεύτερης γενιάς. «Οι οικογένειες Ρομά που έχουμε στο σχολείο έχουν από δύο παιδιά, αυτό προέκυψε από τη σταδιακή υιοθέτηση του αστικού τρόπου ζωής από την κοινότητα τους» παρατηρεί, «έχω μόνο δύο οικογένειες με τρία παιδιά, οι οποίες δεν είναι Ρομά». Η ηλικία γάμου έχει ελαφρώς μετατοπιστεί. «Οταν ήμουν πρωτοδιόριστος, τα κορίτσια παντρεύονται στα 12-14 έτη, τώρα μετά τα 16, τα δε αγόρια μετά τα 18». Ωστόσο και στα 17 και στα 18 οι νιόπαντροι είναι ανώριμοι. «Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, τον μητρικό ρόλο αναλαμβάνουν οι γιαγιάδες, που είναι γύρω στα 40-45» υπογραμμίζει, «πρόκειται για μια μητριαρχική κοινωνία».
Η αντιμετώπιση της σχολικής διαρροής αποτέλεσε εξ αρχής έναν στόχο, στον οποίο το σχολείο είναι προσηλωμένο. Από τη σχολική χρονιά 2017-18 το σχολείο διαθέτει κοινωνική λειτουργό, καθ’ ύλην αρμόδια για το θέμα, η οποία επιστρατεύει ακόμα και door to door μεθόδους προσέγγισης των οικογενειών. Την οικονομική ενίσχυση μέσω του επιδόματος παιδιού, Α21, που απευθύνεται σε οικογένειες με συγκεκριμένα κοινωνικοοικονομικά κριτήρια από το σύνολο του πληθυσμού, θεωρεί θεμιτή ο κ. Χατζηευσταθίου. «Μέχρι να κτίσεις εσωτερικά κίνητρα σε γονείς και παιδιά, χρειάζονται τα εξωτερικά». Για την εκταμίευση του επιδόματος απαιτείται μεταξύ άλλων και η βεβαίωση τακτικής φοίτησης του μαθητή, ένα έγγραφο που χορηγείται από τον διευθυντή. Στο παρελθόν το έγγραφο χορηγούντο με μεγάλη ευκολία. Από την εποχή, ωστόσο, που κατοχυρώθηκε η ηλεκτρονική καταγραφή των απουσιών μέσω του e-school δόθηκε το μήνυμα στους εκπαιδευτικούς να γίνουν πιο αυστηροί. «Σε σχετική εγκύκλιο καθίσταται σαφές ότι δεν μπορούμε να την χορηγούμε σε μαθητές που πρόκειται να επαναλάβουν την τάξη λόγω απουσιών (σ.σ. στο δημοτικό αυτό συμβαίνει με 81 απουσίες αδικαιολόγητες)» εξηγεί ο ίδιος, «εγώ πέρυσι δεν την έδωσα σε πέντε μαθητές συνεκτιμώντας πέρα από τις απουσίες και την εν γένει στάση τους». Πολλοί επικαλούνται υποκείμενο νόσημα συγγενούς, κάτι που δικαιολογούσε τη φυσική απουσία του παιδιού από το σχολείο προηγούμενες χρονιές αλλά όχι πλέον. Την πολυετή προσπάθεια ήρθε να ανακόψει μοιραία η πανδημία. «Στη διάρκεια της τηλεκπαίδευσης χάσαμε 40-50 μαθητές, κάποιοι έμπαιναν λίγο από το κινητό, άλλοι καθόλου» θυμάται ο κ. Χατζηευσταθίου.
«Ρομά σημαιοφόρος»
Μπορεί να είναι πολλοί όσοι φοιτούν στο δημοτικό, αλλά δεν συνεχίζουν ή δεν ολοκληρώνουν όλοι το γυμνάσιο. «Το δημοτικό είναι έτσι δομημένο από τη φύση του, που εστιάζει στο παιδί, το αγκαλιάζει» σημειώνει ο έμπειρος εκπαιδευτικός, «στο γυμνάσιο τα παιδιά μεταβαίνουν σε ένα πιο απαιτητικό περιβάλλον, στο οποίο για να επιβιώσουν, χρειάζονται υποστήριξη, σε κοινωνικό και γνωστικό επίπεδο, από την οικογένεια – αν εκείνη δεν μπορεί να ανταποκριθεί, το παιδί εύκολα παραιτείται». Στην Ισπανία και την Πορτογαλία, όπου η σχολική συμμετοχή των Ρομά αγγίζει επίπεδα ρεκόρ, εργάζεται αδιάλειπτα ομάδα, αποτελούμενη από κοινωνικό λειτουργό, διαμεσολαβητή και ψυχολόγο, όχι μόνο στην πρωτοβάθμια αλλά και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση – μια παρέμβαση που θεωρείται σωτήρια.
Το 2ο Δημοτικό Αγίας Βαρβάρας επενδύει και προωθεί τον μεικτό του χαρακτήρα και στην εξωστρέφεια. «Πέρυσι η μία από τις δύο σημαιοφόρους ήταν Ρομά». Εδώ δεν υπάρχουν φαινόμενα «στοιβάγματος» των μαθητών Ρομά στις τάξεις υποδοχής ή ένταξης, όπως παρατηρείται σε άλλα σχολεία της Αττικής. Ταυτόχρονα, υλοποιούνται προγράμματα για την ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων, «τις οποίες λόγω της πανδημίας οι μεγαλύτεροι μαθητές μας απώλεσαν και οι μικρότεροι δεν κατέκτησαν ποτέ», όπως υιοθεσία των παιδιών της πρώτης τάξης από τα εκτάκια, ασκήσεις διαχείρισης συναισθημάτων, κοινά πρότζεκτ με τα ΚΑΠΗ της πόλης κ.α. Ι.Φ.
Κερδίζοντας μαθητές από τους καταυλισμούς
Του Γιάννη Ελαφρού
Πριν μερικές μέρες το διαδίκτυο γέμισε «φωνούλες», όπως ονομάστηκε η διαδικτυακή συνάντηση μαθητών-μαθητριών και των γονιών τους από κοινότητες Ρομά μαζί με συντελεστές του Προγράμματος «Υποστηρικτικές Παρεμβάσεις σε κοινότητες Ρομά για την ενίσχυση της πρόσβασης και μείωση της εγκατάλειψης της εκπαίδευσης». Παιδιά και γονείς μίλησαν για τα όνειρά τους. Οι κάμερες δυσκολεύονταν να χωρέσουν τις μεγάλες οικογένειες ή τις μεγάλες παρέες, η συμμετοχή ήταν μεγάλη.
«Υπήρχε πολλή συγκίνηση, ακόμα και δάκρυα, ίσως και μια πρώτη ικανοποίηση που το παλεύουν και προχωρούν», λέει στην «Κ» η κυρία Ξένια Λάμπρου, από τους συντελεστές του προγράμματος. Αντίθετα με τη μονόχρωμη, γεμάτη στερεότυπα, εικόνα για τους Ρομά σε αρκετές περιπτώσεις σπάνε τον κύκλο της περιθωριοποίησης, με το σχολείο και γενικότερα τη μόρφωση να έχουν ρόλο κλειδί.
Ο πρώτος στόχος του Προγράμματος «Υποστηρικτικές Παρεμβάσεις» είναι να φτάσουν τα παιδιά στα σχολεία. «Υπάρχουν πολλές δυσκολίες. Καταρχάς πρέπει να εξηγήσουμε και να πείσουμε τους γονείς. Υπάρχουν επιπλέον εμπόδια, για παράδειγμα υπάρχουν γονείς χωρίς ταυτότητες. Επίσης, σε πολλές περιπτώσεις λείπουν λεωφορεία για να μεταφέρουν τα παιδιά από τους καταυλισμούς στα σχολεία, ακόμα και στην Αττική», σημειώνει η κ. Λάμπρου. Κι εδώ, όπως υπογραμμίζει ο αναπλ. καθηγητής Χρήστος Παρθένης είναι πολύ πιο δύσκολο και πολύ μεγαλύτερη επιτυχία να πάνε σχολείο παιδιά από καταυλισμούς, «που συχνά ζουν σε τραγική κατάσταση: Χωρίς νερό, χωρίς ρεύμα, με τριμμένα ρούχα, χωρίς παπούτσια».
«Ο δεύτερος στόχος είναι να κρατήσουμε τα παιδιά», συμπληρώνει η κ. Λάμπρου. Οι συντελεστές του προγράμματος αναπτύσσουν πολυποίκιλο έργο, με βασικό τα ενισχυτικά μαθήματα μετά το σχολικό ωράριο. «Τα παιδιά έρχονται σχεδόν όλα, παρότι πολλές φορές τα ενισχυτικά γίνονται πολύ αργά, ακόμα και μετά το ολοήμερο». Ενισχυτικά μαθήματα και άλλες δραστηριότητες αναπτύσσονται και τους καλοκαιρινούς μήνες. Σήμερα ασχολούνται περίπου 300 άτομα στο πρόγραμμα, εκπαιδευτικοί, ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, διαμεσολαβητές, επιμορφωτές κλπ. Συμμετέχουν 180 σχολεία, με πάνω από 7.100 ωφελούμενους μαθητές και μαθήτριες Ρομά.
Ο τρίτος στόχος είναι «να μην περνούν τις τάξεις έτσι, αλλά να μαθαίνουν. Αλλιώς μόλις φτάσουν στο γυμνάσιο, το εγκαταλείπουν», τονίζει ο κ. Παρθένης. Αλλά γι’ αυτό απαιτούνται και υποδομές. «Ακόμα γίνονται μαθήματα σε κοντέινερ, όπως για τα παιδιά από τον καταυλισμό Κιάφα στα Μεσόγεια!»
Το θέμα των πόρων είναι ιδιαίτερα καυτό. Τα προγράμματα υποστήριξης των Ρομά στην εκπαίδευση πρέπει να έχουν συνέχεια, αλλιώς χάνεται ότι κατακτάται με τόσο κόπο. Κι όμως, καθώς χρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκά κονδύλια εμφανίζονται διακοπές ακόμα και δύο ετών, μέχρι να εγκριθεί το νέο πρόγραμμα, με πολύ αρνητικές επιπτώσεις.
Η μάχη είναι και εσωτερική. Πολλές φορές οι οικογένειες τραβούν τα παιδιά πίσω, ειδικά τα κορίτσια. Αναπτύσσονται όμως ελπιδοφόρες τάσεις. «Πρόσφατα σε μια από τις συναντήσεις μας μια μητέρα έλεγε στην κόρη της, πως δεν θα σε αφήσω να τραβήξεις όσα πέρασα εγώ. Εσύ πρέπει να συνεχίσεις το σχολείο», μας λέει η κ. Λάμπρου.
«Φορέας αλλαγής μπορούν να γίνουν μόνον οι γυναίκες»
«Τη δεκαετία του ’90 όταν πήγαινα να μιλήσω με διευθυντές σχολείων σχετικά με τη φοίτηση παιδιών Ρομά με αντιμετώπιζαν ως γραφική» λέει στην «Κ» η κ. Μυρτώ Λεμού, κοινωνική λειτουργός που από το 1997 έχει ιδρύσει το Κέντρο Στήριξης Παιδιού και Οικογένειας στον Κολωνό, που προσφέρει ενισχυτική διδασκαλία σε μαθητές και ευρύτερη στήριξη για να ενταχθούν κοινωνικά. Οι περισσότεροι Τσιγγάνοι της περιοχής έρχονται στην Αθήνα από τη Θράκη τη δεκαετία του ’80 και εγκαθίστανται στο Γκάζι, το Μεταξουργείο, τον Κολωνό, σε μονοκατοικίες λίγο ως πολύ εγκαταλελειμμένες από τους ιδιοκτήτες τους· από εκεί αναγκάζονται να φύγουν για να μετακομίσουν σε πολυκατοικίες με τον μεγάλο σεισμό του 1999. Οι μεγαλύτερης ηλικίας γνωρίζουν την τέχνη του καλαθοποιού, οι νεότεροι ωστόσο «εξειδικεύονται» αποκλειστικά στην πώληση λουλουδιών και μπαλονιών. Δεδομένου ότι για 30 σχεδόν χρόνια δεν δίνονται άδειες μικροπωλητών σε Ρομά, η επαγγελματική τους πορεία είναι προβλέψιμη και καταδικασμένη. «Συχνά πυκνά τους συλλαμβάνουν, τους κατάσχουν το εμπόρευμα και τους βάζουν υπέρογκα πρόστιμα, τύπου 10.000 ευρώ».
Τα πρώτα χρόνια η κ. Λεμού έχει ντουσιέρες στη δομή της, για να μπορούν τα παιδιά να πηγαίνουν στο σχολείο περιποιημένα. «Αλλιώς γίνονται θύματα bullying και σταδιακά αποσύρονται». Φέτος συνέβαλε στην εγγραφή περίπου 80 παιδιών, ενώ εξόπλισε μέσω δωρεών που λαμβάνει το Κέντρο με τον απαραίτητο εξοπλισμό περί τα 190 παιδιά. Η κοινωνική υπηρεσία της δομής χειρίζεται ζητήματα 768 οικογενειών, που λόγω ανόδου των ενοικίων έχουν σκορπίσει σε διάφορες γειτονιές. Το απόγευμα στο οίκημα που νοικιάζει στον Κολωνό συρρέουν παιδιά κάθε ηλικίας. «Τα κορίτσια δείχνουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για το σχολείο, αλλά βρίσκονται υπό πίεση από την οικογένεια, όχι μόνο επειδή παντρεύονται νωρίς αλλά επειδή επωμίζονται και πολλές υποχρεώσεις». Μια έφηβη που λαχταρά να πάει σχολείο, αναγκάζεται να πηγαίνει μόνο τρεις φορές την εβδομάδα, επειδή τις άλλες προσέχει τα μικρότερα αδέλφια της.
Πολλά είναι τα αγόρια που ως επί το πλείστον δεν συνεχίζουν στο γυμνάσιο, με συνέπεια στις ηλικίες από 12 έως 18 να μην έχουν καμία απασχόληση· έτσι αναλώνονται με τις ώρες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ξημεροβραδιάζονται στις πλατείες και μπορούν εύκολα να εκδηλώσουν παραβατικές συμπεριφορές. «Ενας λόγος που οι οικογένειες τους παντρεύουν νωρίς είναι για να τους κάνουν ώριμους και υπεύθυνους, μέσω των υποχρεώσεων» παρατηρεί η κ. Λεμού, «θα ήταν σωτήριο αν είχαμε τεχνικές σχολές για αποφοίτους δημοτικού και γενικά δομές για εφήβους». Ο τρόπος ανατροφής των αγοριών, σύμφωνα με την ίδια, είναι εξόχως προβληματικός, με συνέπεια να διαιωνίζονται προβλήματα. «Φορέας αλλαγής μπορούν να γίνουν μόνο οι γυναίκες, αξίζει να ξεκινήσουν επιδοτούμενα σεμινάρια για εκείνες, που γαλουχούν την επόμενη γενιά». Κορίτσια που την δεκαετία του ’90 πέρασαν από το κέντρο, σήμερα είναι πιο συνειδητοποιημένες μητέρες, πολλές μάλιστα κάνουν οικογενειακό προγραμματισμό. Ι.Φ.
Η Μητρόπολη στο πλευρό των Ρομά
Γύρω στα 80 παιδιά, που μένουν και φοιτούν σε σχολεία στο Μενίδι συμμετέχουν φέτος στο πρόγραμμα «Δράσεις υπέρ του παιδιού και της οικογένειας Ρομά» της Μητρόπολης Ιλίου, Αχαρνών και Πετρουπόλεως. Το πρόγραμμα, που αποτελεί πρωτοβουλία του Μητροπολίτη Αθηναγόρα, υλοποιείται για πάνω από 10 χρόνια εναλλάξ σε σχολεία της περιοχής. Στα Ανω Λιόσια, το Ζεφύρι και το Μενίδι πολλοί άνθρωποι μένουν σε παραπήγματα, χωρίς ωστόσο να αποτελούν μετακινούμενο πληθυσμό. «Το πρόγραμμα μας δρα επικουρικά, το απόγευμα, προκειμένου να υποστηρίξει τη φοίτηση και προπαντός την ένταξη» αναφέρει στην «Κ» ο κ. Δημήτρης Ανυφαντάκης , επιστημονικά υπεύθυνος του προγράμματος. Ορισμένα σχολεία είναι, λόγω της πληθυσμιακής σύστασης, ατύπως μονοπολιτισμικά. «Δίνουμε έμφαση στην προσχολική αγωγή, ώστε να έχουμε εγγραφές στο Δημοτικό» επισημαίνει ο ίδιος, «φιλοδοξούμε να τελειώσουν το δημοτικό και να έχουν τα εχέγγυα για να συνεχίσουν». Μέχρι σήμερα τουλάχιστον 500 παιδιά έχουν επωφεληθεί από το πρόγραμμα, το οποίο ωστόσο λόγω περιορισμένων πόρων δεν μπορεί να επεκταθεί σε περισσότερα σχολεία. Ι.Φ.
Πηγή : kathimerini.gr