Accessibility Tools

Skip to main content

Στο δημοτικό σχολείο του Ασπρόπυργου, τα Ρομά παιδιά είναι στο περιθώριο

Λίγα μόλις χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας, ξεκινά ένα άτυπα οριοθετημένο «σύνορο», η Λεωφόρος ΝΑΤΟ, που αυτόματα διαχωρίζει εκείνους που η ζωή τους κυλά μέσα σε προκάτ σπίτια, αποκομμένα από την υπόλοιπη κοινωνία. Στενοί, χωμάτινοι δρόμοι, οδηγούν μέσα σε έναν καταυλισμό που περιτριγυρίζεται από κάθε λογής σκουπίδια, τα οποία καλύπτουν μια αχανή έκταση, όση φτάνει το ανθρώπινο μάτι.

Στο βάθος διακρίνονται τα τεράστια εργοστάσια με τα μεγάλα φουγάρα. Πού και πού, περνάνε μερικά φορτηγά, που με τη βουή τους σπάνε τη σιωπή που έχει σκεπάσει τον καταυλισμό.

Η Νέα Ζωή Ασπροπύργου, φιλοξενεί εκατοντάδες Ρομά, έχει αυτοσχέδιες παράγκες, ατάκτως τοποθετημένες, κατασκευές που έχουν φτιάξει μόνοι τους. Τον χειμώνα καλύπτουν κάποιες από αυτές με νάιλον, για να μην τις διαπερνά το νερό της βροχής. Ένα μάταιο -μάλλον- εγχείρημα, καθώς η υγρασία έχει αποτυπωθεί στις λευκές ξύλινες τάβλες.

Ένας απέραντος λασπότοπος, άνθρωποι ξεχασμένοι από την Πολιτεία που παλεύουν να επιβιώσουν χωρίς ηλεκτροδότηση, θέρμανση και νερό.

Σε παρόμοια κατάσταση βρίσκονται και οι σχολικές μονάδες της περιοχής. Προκάτ αίθουσες, σα μικρά σπιτάκια, το ένα δίπλα στ' άλλο. Δεν υπάρχει σύγχρονο σχολείο, δεν υπάρχουν υποδομές για να στεγάσουν τα όνειρα των παιδιών εκείνων που δεν έχουν ευκαιρίες στη ζωή. Περίπου 440 παιδιά, προσπαθούν να «χωρέσουν» μέσα σε αυτά τα ασφυκτικά «κελιά» τη μόρφωσή τους.

Θέρμανση υπάρχει μόνο σε κάποιες αίθουσες, ωστόσο, επειδή οι μαθητές αυξάνονται συνεχώς, οι καινούργιες αίθουσες που χτίζονται για να τους υποδεχτούν, δεν μπορούν να συνδεθούν με τη κεντρική θέρμανση, οπότε ο χειμώνας περνά με σόμπες και αερόθερμα. Το γραφείο των δασκάλων είναι μόλις 12 τ.μ. και ο σύλλογος διδασκόντων 35 άτομα, οπότε δεν χωρούν μέσα.

Με αυτά τα λόγια, η εκπαιδευτικός Ματίνα Βαβούλη, περιγράφει στο Reader την καθημερινότητα στα σχολεία που πλαισιώνονται από τους καταυλισμούς. Η ίδια, τα 32 από τα 33 χρόνια υπηρεσίας που έχει συνολικά, τα έχει περάσει στο 7ο Δημοτικό Σχολείο Ασπροπύργου. «Η δική μου άποψη, την οποία έχω αποστείλει πολλές φορές στο υπουργείο Παιδείας, είναι πως τα παιδιά των Ρομά θα πρέπει να πηγαίνουν και σε σχολεία της πόλης, όμως όλοι είναι αρνητικοί. Τουλάχιστον, σε ό,τι έχω ζητήσει από τον Δήμο αναφορικά με παροχές και λειτουργικά έξοδα του σχολείου, δεν έχει φέρει αντίρρηση. Όμως, εξακολουθεί να μην είναι ένα σύγχρονο διδακτήριο με αίθουσες εκδηλώσεων, εικαστικών κλπ. Δεν έχουμε τέτοιες πολυτέλειες».

Η καθημερινότητα σε ένα σχολείο στη Νέα Ζωή που είναι μια περιοχή σχεδόν απροσπέλαστη. «Υπάρχει έντονη παραβατικότητα, που όμως δε τη βιώνουμε εμείς το πρωί, αλλά τη βιώνουν τα παιδιά, τα οποία ακούνε, βλέπουν και είναι μάρτυρες όλων των περιστατικών που συμβαίνουν εκεί. Συμμετέχουν στα πάντα, ενώ δε θα έπρεπε, καθώς επηρεάζουν αρνητικά την ψυχοσύνθεσή τους. Και αντίστοιχα ο Ασπρόπυργος δεν συγκαταλέγεται στις πρώτες προτιμήσεις των εκπαιδευτικών που είναι νέοι, διότι βιώνουν το άγχος μην τυχόν συμβεί κάτι», εξηγεί η ίδια.

«Πρώτα να μάθουμε τη γλώσσα...»

Το να βρίσκεται μέσα σε τάξη που η συντριπτική πλειονότητα -το 96%- των παιδιών είναι Ρομά, είναι κάτι που συνοδεύεται με δυσκολίες στο μαθησιακό και το συμπεριφορικό κομμάτι. Τα μικρά παιδιά που καταφθάνουν στο σχολείο, δεν μιλάνε ελληνικά, αλλά ρομανί.

«Το αναλυτικό πρόγραμμα που πρέπει να δουλέψουμε υποχρεωτικά, είναι αυτό που υπάρχει για Έλληνες μαθητές, οπότε αντιλαμβάνεσαι τη δυσκολία. Πρέπει να τους μάθουμε τη γλώσσα και μετά να προχωρήσουμε σε όλα τα υπόλοιπα. Επίσης, ένα ακόμα θέμα, είναι πως αυτά τα παιδιά δεν έχουν δικό τους χώρο στο σπίτι, ούτε ησυχία για να μελετήσουν. Κάποια μένουν σε σπίτια με δύο δωμάτια, στα οποία προσπαθούν να χωρέσουν πολυμελείς οικογένειες των 6-7 ατόμων, άλλα μένουν σε παράγκες. Δεν έχουν την πολυτέλεια να έχουν ένα σπίτι, ένα χώρο δικό τους, δεν έχουν ούτε τραπέζι.

Ό,τι δουλειά γίνεται, γίνεται στο πλαίσιο του σχολείου. Ένα τσιγγανόπουλο μεγαλώνει διαφορετικά από ένα παιδί της κυρίαρχης κοινωνίας, οπότε υπάρχει και συμπεριφορικό θέμα. Έρχονται τα πρωτάκια με πολύ άγχος και φόβο απέναντι στους 'μπαλαμούς', σε ένα περιβάλλον που δεν τους είναι οικείο και μετά υπάρχει και το μαθησιακό πρόβλημα.

Ο κόπος του εκπαιδευτικού στην τάξη είναι μεγαλύτερος, διότι δεν έχουν όλα τα παιδιά την ίδια αντιληπτική ικανότητα. Κάποια θα μάθουν αμέσως, άλλα θέλουν περισσότερο χρόνο προσαρμογής, με αποτέλεσμα μέσα στις τάξεις να δημιουργούνται διαφορετικά μαθησιακά επίπεδα, πράγμα που σημαίνει ότι εμείς προετοιμάζουμε εργασίες για αρχάριους, μέτριους και προχωρημένους».

Μιλώντας παλιότερα με τον πρόεδρο των Ρομά, Βασίλη Πάντζο, μου είχε αναφέρει το φαινόμενο της σχολικής διαρροής, το οποίο είναι ένα από τα βασικότερα «αγκάθια» της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Παιδιά που εξελίσσονται μέσα σε ένα οικογενειακό περιβάλλον αμάθειας και εξωθούνται σε ανήλικους γάμους και τεκνοποίηση, σπρώχνονται αυτόματα έξω από την εκπαιδευτική διαδικασία, χωρίς τη δική τους θέληση, αλλά στη βάση ενός ιδιότυπου εθιμοτυπικού της κοινότητας.

«Παλιότερα η μαθητική διαρροή ήταν τεράστια, όμως εμείς την έχουμε φτάσει σε ένα καλό ποσοστό, στο 7,5%. Είναι κάτι που λέω με περηφάνια. Έχουμε φτάσει σε αυτό με πολύ κόπο, γιατί οι περισσότεροι γονείς των παιδιών που έχουμε ήταν μαθητές μας, οπότε γνωρίζουν τη σχολική διαδικασία και είναι πιο προσεκτικοί» επισημαίνει η κ. Βαβούλη.

Η δική της προσπάθεια ξεπερνά τα τυπικά της καθήκοντα ως εκπαιδευτικός, καθώς, όπως λέει, παρακολουθεί καθημερινά τις απουσίες των παιδιών, επικοινωνεί αμέσως με τους γονείς εάν κάποιο λείψει από το σχολείο, ενώ κάνει ακόμα και επισκέψεις στο σπίτι τους, ώστε να βοηθήσει να λυθεί όποιο πρόβλημα έχει προκύψει στην οικογένεια που κρατά το παιδί μακριά από το σχολείο.

«Μπορεί το παιδί να μην έχει παπούτσια, μπορεί να μην έχει ρούχα, να έχουν τσακωθεί οι γονείς του ή να έχει μπει φυλακή κάποιος από την οικογένεια. Έτσι, προσπαθώ να στηρίξω το περιβάλλον του και να βοηθήσω όπως μπορώ, ώστε να έχουμε το παιδί πίσω στο σχολείο. Δεν γίνεται διαφορετικά, αυτή είναι η συμπερίληψη. Ένα τρίγωνο μεταξύ δασκάλου, γονέα και μαθητή, οι οποίοι θα πρέπει να συνεργάζονται για να είναι το παιδί στο σχολείο. Ευτυχώς οι γονείς μας εμπιστεύονται και εμείς είμαστε χρήσιμοι όπου μπορούμε».

Οι προσδοκίες των γονιών από το σχολείο είναι να μάθουν να γράφουν και να διαβάζουν τα παιδιά τους, ενώ δεν υπάρχει κανένα ενδιαφέρον για ακαδημαϊκή γνώση. Οι εκπαιδευτικοί τα παροτρύνουν να συνεχίσουν στο Γυμνάσιο που είναι μέσα στην πόλη, όμως βρίσκουν αντιστάσεις από τους γονείς, διότι είναι μακριά και δεν μπορούν να έχουν άμεση επαφή και να τα προσέχουν.

«Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τα κορίτσια που κλείνουν τα 13 έτη, ξεκινούν να τα προετοιμάζουν για γάμο, οπότε στη δευτεροβάθμια έγκειται η μεγάλη διαρροή. Αυτό δεν έχει να κάνει απαραίτητα με την εκπαίδευση των γονέων, γιατί πολλοί από αυτούς μπορεί να έχουν τελειώσει το δημοτικό, αλλά, παρ' όλα αυτά το εθιμικό δίκαιο που λέει πως πρέπει να παντρέψουν τα κορίτσια, είναι πολύ ισχυρό. Στις οικογένειες οι παππούδες και οι γιαγιάδες κάνουν κουμάντο ώστε να γίνουν οι γάμοι, οπότε οι αντιστάσεις των γονέων δεν μπορούν να είναι ισχυρές. Μετά έρχεται η τεκνοποίηση. Είναι θλιβερό ένα ανήλικο παιδί να γεννά μωρό.

Υπάρχουν αγόρια που έχουν τελειώσει το ΕΠΑΛ, οπότε λειτουργούν ως πρότυπα. Ένα ακόμη ενθαρρυντικό φαινόμενο είναι πως μερικά παιδιά που είχα ως μαθητές, πήγαν σε Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας και έτσι μπόρεσαν να δουλέψουν π.χ. πήραν άδειες για ταξί, οπότε πλέον κάνουν αυτό το επάγγελμα. Είναι πολύ σημαντικό και το λέμε και στους μαθητές να βάζουν διαφορετικούς στόχους από το να προσπαθούν να ζήσουν μαζεύοντας σίδερα», επισημαίνει η κ. Βαβούλη.

«Θέλουν να φύγουν από το γκέτο»

Αν μπορούσε να κάνει μια πρόταση στην Πολιτεία για την εκπαίδευση των παιδιών Ρομά, θα ήταν να γίνει διασπορά των μαθητών ώστε να υπάρξει αλληλεπίδραση ανάμεσα στις πολιτισμικές ομάδες και πιο ομαλή ένταξη. «Αν δε γίνει διασπορά για να γνωριστούν με την κυρίαρχη κοινωνία η οποία είναι απέναντι στη Ρομά κοινότητα, αν δεν καταλάβουν πως τα παιδιά αυτά δεν είναι κάτι διαφορετικό από τα υπόλοιπα, δε θα μπορέσουν να τα κατανοήσουν και να τα αποδεχτούν. Πρέπει να φοιτούν σε όλα τα σχολεία της πόλης για να υπάρξει κοινωνική και διαπολιτισμική αλληλεπίδραση.

Είχε ιδρυθεί από την προηγούμενη Κυβέρνηση ειδική γραμματεία για θέματα Ρομά, που η τωρινή κυβέρνηση κατήργησε. Είχε εκπονήσει ολόκληρη μελέτη για το πώς θα γίνει η διασπορά τους είτε σε μικρότερους οικισμούς, είτε κοντά στον αστικό ιστό, με σπίτια που θα τους μίσθωναν με το θεσμό της κοινωνικής κατοικίας. Αυτό ήταν μια σημαντική κίνηση, αλλά όταν καταργήθηκε, όλα τα σχέδια πήγαν στο καλάθι των αχρήστων.

Στα χαρτιά υπάρχει υποτίθεται και ένα Κέντρο Κοινότητας για τους Ρομά που είναι για τη διαμεσολάβηση στις υπηρεσίες, το οποίο δεν κάνει κινήσεις για να τους εξυπηρετεί, έρχονται σε μένα ακόμα και για να τους κλείσω ραντεβού στα νοσοκομεία. Έπρεπε οι υπάλληλοι να έρχονται στους καταυλισμούς, να δουν τις ανάγκες, να δραστηριοποιηθούν», προσθέτει.

«Αυτό που μας κάνει να πονάμε, είναι οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης των ανθρώπων. Έχω έρθει το 1991 και είμαστε στο 2023 και αυτοί οι άνθρωποι ζουν στα ίδια μέρη - σε καταυλισμούς και σε παράγκες, μέσα στα σκουπίδια και τα ποντίκια. Δεν υπάρχει μια πλατεία, ένα γήπεδο, μια παιδική χαρά. Τόσα ευρωπαϊκά προγράμματα χρηματοδότησης, πάνε στράφι. Δεν έχουν ίσες ευκαιρίες στη ζωή. Υπάρχουν οικογένειες που μου ζητούν βοήθεια για να βρουν ένα σπίτι να νοικιάσουν, αφού κανείς δε τους νοικιάζει.

Θέλουν να φύγουν από το γκέτο και την παραβατικότητα, δεν θέλουν να ζουν σε αυτές τις συνθήκες. Προσπαθούν να μαζέψουν χρήματα, να αγοράσουν έστω ένα μικρό σπιτάκι στο Μενίδι ή στα Λιόσια. Αυτά τα παιδιά όμως, μεγαλώνουν μέσα σε αυτές τις τρισάθλιες εικόνες, οπότε η ψυχή τους είναι μαύρη».

Πηγή : reader.gr