Εργαλειοθήκη Προσβασιμότητας

Skip to main content

Εμείς τα πετάμε, ενώ εκατομμύρια πεινάνε…

Μάστιγα οι τεράστιες ποσότητες των τροφίμων που καταλήγουν στις χωματερές, την ίδια στιγμή που στον πλανήτη υπάρχει τόση πείνα και διατροφική ανασφάλεια

«Αν η σπατάλη τροφίμων ήταν χώρα, θα ήταν η τρίτη πιο ρυπογόνα στον κόσμο, μετά την Κίνα και τις ΗΠΑ, καθώς ευθύνεται για το 8%-10% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου». Η φράση αυτή αναγράφεται στην ιστοσελίδα της Συμμαχίας για τη Μείωση Σπατάλης Τροφίμων και αποτυπώνει ένα τεράστιο πρόβλημα που διεγείρει ερωτήματα. Πόσα τρόφιμα πετάμε στην καθημερινότητά μας; Αγοράζουμε περίσσια προϊόντα τα οποία τελικά δεν χρειαζόμαστε; Ή και ακόμα τι μπορούμε να κάνουμε με αυτή την τρίτη μεγαλύτερη ρυπογόνα χώρα στον πλανήτη;

Τα ερωτήματα αυτά, μάλιστα, αποκτούν δραματικό και συνάμα επιτακτικό χαρακτήρα εάν αναλογιστούμε ότι την ίδια στιγμή πάνω από 300 εκατομμύρια άνθρωποι σε τουλάχιστον 67 χώρες του πλανήτη, εκ των οποίων πολλά παιδιά, αντιμετωπίζουν οξύ πρόβλημα πείνας. Με άλλα λόγια, βρίσκονται στα πρόθυρα του λιμού, παρόμοιου με αυτόν που αντιμετώπισαν τους τελευταίους μήνες οι κάτοικοι της Γάζας.

Τα στοιχεία είναι συγκλονιστικά. Κάθε χρόνο, το ένα τρίτο της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων ή περίπου 1,3 δισ. τόνοι χάνεται ή σπαταλιέται, ενώ το 28% της καλλιεργήσιμης γης χρησιμοποιείται για την παραγωγή τροφής η οποία τελικά δεν καταναλώνεται. Συγκεκριμένα, το ποσοστό των τροφίμων που πετάμε στα σκουπίδια φτάνει στο 45% για τα φρούτα και τα λαχανικά, το 20% για τα γαλακτοκομικά, το 35% για τα ψάρια και τα θαλασσινά, το 20% για το κρέας και το 30% για τα δημητριακά.

Ειδικά στην Ευρωπαϊκή Ενωση, συνολικά πάνω από 59 εκατομμύρια τόνοι τρόφιμα σπαταλώνται ετησίως, τα οποία «μεταφράζονται» σε κόστος άνω των 132 δισ. ευρώ. Μάλιστα, η σπατάλη τροφίμων εκτιμάται πως αντιπροσωπεύει το 16% των συνολικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από το σύστημα τροφίμων της ΕΕ. Κι όλα αυτά ενώ, πάντα εντός της ΕΕ, 42 εκατομμύρια άνθρωποι βιώνουν επισιτιστική ανασφάλεια.

Κακή η εικόνα στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα η κατάσταση δεν είναι καλύτερη και τα νούμερα «μιλούν από μόνα τους». Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έκθεση του ΟΗΕ η οποία βασίζεται σε στοιχεία της Eurostat, μέσα σε έναν χρόνο στη χώρα μας πετάχτηκαν πάνω από 2 εκατομμύρια τόνοι φαγητού. Η παραπάνω ποσότητα αντιστοιχεί σε 191 κιλά ανά κάτοικο, ενώ η αναλογία για κάθε νοικοκυριό φτάνει στα 87 κιλά, κάτι που σημαίνει πως το 46% της συνολικής ποσότητας τροφίμων που καταλήγει στα σκουπίδια προέρχεται από τα νοικοκυριά. Ετσι, καθώς ο μέσος όρος της ΕΕ ανέρχεται σε 70 κιλά ανά νοικοκυριό και ο παγκόσμιος μέσος όρος φτάνει τα 79 κιλά, η Ελλάδα βρίσκεται πολύ ψηλά στην κατάταξη των… σπάταλων σε επίπεδο τροφίμων – στην τρίτη θέση πανευρωπαϊκά, πίσω μόνο από τη Μάλτα και την Πορτογαλία.

Σχολιάζοντας τη μάστιγα της σπατάλης τροφίμων, ο Αλέξανδρος Θεοδωρίδης, ιδρυτικό μέλος και διαχειριστής της ΜΚΟ «Μπορούμε» – η οποία έχει σκοπό τον περιορισμό αυτού του φαινομένου και την αύξηση της επισιτιστικής στήριξης προς τους πιο αδύναμους -, εξηγεί πώς έχει η κατάσταση: «Στη λίστα της σπατάλης τροφίμων, πρωτιά διαχρονικά έχουν τα φρούτα και τα λαχανικά, με σχεδόν τα μισά από αυτά που παράγονται ανά χρόνο να καταλήγουν σε κάποια χωματερή. Σειρά έχουν τα κρέατα και τα θαλασσινά, καθώς ο κόσμος φοβάται να καταναλώσει ή έστω και να δοκιμάσει κάτι το οποίο μπορεί να έχει χαλάσει – και δεν έχει άδικο, όταν μιλάμε για περιπτώσεις που μπορεί να δημιουργήσει επιπτώσεις στην υγεία του».